* Η ΝΟΜΙΜΟΠΟΙΗΣΗ ΤΗΣ ΠΑΡΑΝΟΜΙΑΣ


Αν κάποιος θελήσει να εννοήσει τι λέει ο τίτλος, θα κινδυνεύσει να παραφρονήσει, καθ’ ότι οι δύο αυτές έννοιες (νόμιμο και παράνομο) είναι αντίθετες και ως εκ τούτου ασύμβατες μεταξύ τους.

Και όμως! Στην Ελλάδα, στην καθημερινότητα του κάθε πολίτη, έχει γίνει αποδεκτή η νομιμοποίηση της παρανομίας, αφού η επίσημη Πολιτεία (κατειλημμένη πλήρως από τη νοοτροπία της κομματοκρατίας), αποδέχεται ως νόμιμο, το παράνομο!!
Μάλιστα, νομοθετεί για την νομιμοποίηση του παράνομου, χωρίς να καταργεί την παρανομία!!
Αυτό το κάνει, διότι έχει εμποτισθεί με τη νοοτροπία της κομματοκρατίας, η οποία δεν ενδιαφέρεται αν το συμφέρον τής επιβάλλει κατάργηση της ίδιας τής κοινής λογικής.           Από ‘κεί και πέρα, όλα μπορούν να γίνουν: Νοθεύει, λιγάκι (κατά το "ολίγον έγκυος"), την παρανομία της πράξης, με την επιλογή άλλων λέξεων: αντί «παρανομία» την ονομάζει «αυθαιρεσία», αντί «λημέρι παρανόμων» το ονομάζει «άσυλο ιδεών», δέχεται την παράνομη κατάληψη δημοσίων κτηρίων, όπως τα σχολεία, τα πανεπιστήμια και κάθε δημόσια στέγη, ως πράξη δημοκρατικής διαμαρτυρίας, δέχεται τον αποκλεισμό των αστικών δρόμων και των εθνικών οδών από διαμαρτυρόμεους (δικαίως ή αδίκως) πολίτες, ως δημοκρατικό δικαίωμα διαμαρτυρίας και άλλα τέτοια.
Νομιμοποιείται έτσι η παρανομία γενικώς κι αυτό είναι πολύ επικίνδυνο για την κοινωνία, διότι έτσι καταργείται, πρωτίστως η λογική και αμέσως μετά η ευνομία και έτσι, η κοινωνία οδηγείται εκ του ασφαλούς στην αυθαιρεσία και πρακτική της ασυδοσίας. 
Θα πρέπει, ίσως, να θυμηθούμε ότι οι νόμοι, εφευρέθηκαν από τον άνθρωπο, διότι διαπίστωσε ότι χωρίς αυτούς είναι αδύνατον να λειτουργήσει ομαλά αυτός ο οργανισμός που λέγεται ανθρώπινη κοινωνία.
Όταν, όμως δεν τηρούνται, είναι ακριβώς το ίδιο με το αν δεν υπήρχαν.
«Νόμοι υπάρχουν, αλλά δεν εκτελούνται», λέει ο λαός με νόημα.
Η νομιμοποίηση της παρανομίας προσβάλλει το (απαραίτητο σε μία ευνομούμενη κοινωνία) περί δικαίου αίσθημα και θολώνει την εικόνα της Δικαιοσύνης, που πρέπει να είναι πεντακάθαρη.
Από την ανυπακοή προς τους Νόμους και τις διατάξεις, δημιουργείται η αυθαιρεσία η οποία, μη τιμωρούμενη, (ιδίως στα ανώτατα κλιμάκια της πολιτικής εξουσίας), σιγά-σιγά διαχέεται, σαν νοοτροπία, σε όλα τα επίπεδα της κοινωνίας και γιγαντώνεται.
- Όταν το «αυθαίρετο» (δηλαδή παράνομο) κτίσμα νομιμοποιείται, γιατί να μη νομιμοποιηθεί (στην καθημερινή πρακτική) και η παράνομη διπλή μίσθωση του ταξί;
- Γιατί να τιμωρηθεί ο παράνομος «καταληψίας» του σχολείου του, μαθητής;
- Και, αφού δεν τιμωρείται αυτός, γιατί και με ποια δικαιολογία θα τιμωρηθεί ο φοιτητής που «χτίζει» τον πρύτανή του στο γραφείο του;
- Και, αφού τον «χτίζει» ατιμώρητα, γιατί να μην τον δείρει και να τον στείλει και στο νοσοκομείο, ξυλοδαρμένο;
- Και, αφού δεν τιμωρείται αυτός, γιατί να τιμωρηθεί ο παράνομος «καταληψίας» του δρόμου, που κόβει τις συγκοινωνίες (με ότι αυτό συνεπάγεται) και καταργεί το θεμελιώδες δικαίωμα της ελευθερίας της διακίνησης όλης της υπόλοιπης κοινωνίας;
- Και, αφού το παράνομο/ «αυθαίρετο» στην πράξη είναι επιτρεπτό, δηλαδή νόμιμο,(έστω και «ημι») γιατί να καταργηθεί το «άσυλο» στο οποίο έχουν δικαίωμα πρόσβασης και προστασίας του, κυρίως αυτοί που εγκληματούν εις βάρος της Δημοκρατίας, και που το εκμεταλλεύονται εξευτελιστικά;
- Και γιατί, αφού δεν τιμωρείται αυτός, τιμωρείται ο πολίτης που δεν κατέβαλε τον φόρο του;
- Και, γιατί, αφού τιμωρείται ο μη τηρών συγκεκριμένη του υπόσχεση εκδότης επιταγής, δεν τιμωρείται ο ψευδόμενος και μη τηρών συγκεκριμένη του υπόσχεση, εκδότης (πολιτικής) επιταγής, πολιτικός;

Όλο αυτό το ξήλωμα της λογικής και του αισθήματος της «δίκαιης κοινωνίας» οφείλεται στο φόβο αυτού που λέγεται «πολιτικό κόστος», (αντί του ορθού, «κομματικό κόστος»).


Η συνέχεια στην επόμενη σελίδα (επάνω αριστερά)